Το ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας



Επικίνδυνες στροφές, λέξεις δίχως το ειδικό τους βάρος, ματαιωμένες προσδοκίες, διαλυμένο παρελθόν και νυχτερινά φώτα που γλιστρούσαν στους βρεγμένους δρόμους ανάμεσα σε βιτρίνες καταστημάτων. Η πόλη ευνουχισμένη από οικονομική ευμάρεια, ισοπεδωμένη από προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης –η πόλη λες και φτιάχτηκε για σένα και για μένα.

Σ’ ένα οικόπεδο τρίψαμε τις κοιλιές μας σα φίδια. Η βροχή είχε φτάσει στο μεδούλι, ανάσα στην ανάσα και ψέματα στα ψέματα -η αρχαία θλίψη.

Σ’ ένα καφενείο που ξενυχτούσε πλάι από τα ψαράδικα ήπιαμε ένα τελευταίο κονιάκ. Ξαφνικά τινάχτηκες απότομα στην πίστα να χορέψεις. Μόνη σου, πλάι από το βραχνό μεγάφωνο -ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας.

Πήρε φωτιά η πίστα, κάηκε το μπουρδέλο.