Το γεράκι της ταβέρνας

Μαύρα φτερά σχηματισμοί, πουλιά είναι που πετάνε
Πουλιά ανάσες του ουρανού που φεύγουνε και πάνε.

Κι άλλα πουλιά αλήτικα στο κρύο τουρτουρίζουν
Το μοιρολόι του ντουνιά πένθιμα συλλαβίζουν.

Μα εγώ αγαπώ ένα πουλί που στέκει αγριεμένο
Μέσα στο παζλ της μοναξιάς με μάτι ζορισμένο.

Ένα στιχάκι τούγραψα σε μια χαρτοπετσέτα
Με λάθη ψέματα και φως στης μέθης την παλέτα.

Γεράκι μαυροπούλι μου στην κάπνα της ταβέρνας
Παγιδευμένο στην ηχώ της ρημαγμένης στέρνας

Γεράκι σα φωνόγραφος με τα φτερά σπασμένα
Που είσαι φωτιά και πυρετός και διαλυμένα φρένα.

Πικρό πουλί της ερημιάς ρεφρέν του τραγουδιού μου
Ανάμεσα σε δυο ρακές εικόνα του εαυτού μου.

(Ανέκδοτο)